Greek Meaning of potbellied

Κοιλαράς

Other Greek words related to Κοιλαράς

Definitions and Meaning of potbellied in English

Wordnet

potbellied (s)

having a large belly

FAQs About the word potbellied

Κοιλαράς

having a large belly

κοιλιά μπίρας,λίπος,παχύσαρκος,παχουλός,παχουλός,κορpulεντ,Σαρκώδης,αηδιαστικός,παχύσαρκος,Παχυσαρκία

σκαλισμένο,κόβω,άπαχο,αδύνατο,λεπτή,σμιλεμένος,ευλύγιστος,αδύνατος,εφεδρικό,λεπτός

potawatomi => Ποταουατόμι, pot-au-feu => Γιουβέτσι, potato yellow-dwarf virus => ιός της κίτρινης νανότητας πατάτας, potato yellow dwarf => Κίτρινος νανισμός της πατάτας, potato worm => Σκουλήκι πατάτας,