Greek Meaning of spindling

κλώση

Other Greek words related to κλώση

Definitions and Meaning of spindling in English

spindling

spindly

FAQs About the word spindling

κλώση

spindly

οστεώδης,άκομψος,αδύνατος,Λιγερός,αδύνατο,λεπτή,αδύνατος,λεπτός,γωνιακός,αδύνατος

γεροδεμένος,ογκώδης,παχουλός,χοντρός,παχύσαρκος,παχουλός,Καθίσματα,γεροδεμένος,γεροδεμένος,κοντόχοντρος

spindled => σπειροειδής, spinal cords => Νωτιαίος μυελός, spinal columns => Σπονδυλική στήλη, spilth => χύμα, spilt => χυμένο,