Greek Meaning of spidery

αραχνοειδής

Other Greek words related to αραχνοειδής

Definitions and Meaning of spidery in English

Wordnet

spidery (a)

relating to or resembling a member of the class Arachnida

FAQs About the word spidery

αραχνοειδής

relating to or resembling a member of the class Arachnida

άπαχο,πικάντικο,καλαμένιος,ινώδες,λεπτός,Κλαδάκι,σφηκοειδής,ζιζανιώδης,λυγερός,σκληρός

γεροδεμένος,ογκώδης,παχουλός,χοντρός,παχύσαρκος,παχουλός,Καθίσματα,γεροδεμένος,γεροδεμένος,κοντόχοντρος

spiderwort family => Κομμηλινίδες, spiderwort => Αραχνοειδής, spider-shaped => αραχνοειδές, spider's web => Ιστός αράχνης, spiderly => αραχνοειδής,