Greek Meaning of alleviating

alleviating

Other Greek words related to alleviating

Definitions and Meaning of alleviating in English

Webster

alleviating (p. pr. & vb. n.)

of Alleviate

FAQs About the word alleviating

Definition not available

of Alleviate

χαλάρωση,βοηθητικός,μετριαστικό,ανακούφιση,κατευναστικός,κατευναστικός,καταπραϋντικό,σκλήρυνση,ενισχυτικό,επούλωση

επιδεινούμενος,επιδεινούμενο,βλαβερός,πονώντας,βλαπτική,βλαβερό,εντατικοποίηση,ακονίζω,Ύψος

alleviated => ανακουφισμένο, alleviate => ανακουφίζω, alleviant => ανακουφιστικός, allerion => αλεριόν, allergy diet => Διαιτολόγιο για αλλεργίες,