Greek Meaning of tack (on)
Καρφώνω (σε)
Other Greek words related to Καρφώνω (σε)
- Προσθήκη
- όμορος
- παράρτημα
- Προσάρτημα
- συνημμένο
- επεκτείνω
- εισάγω
- προσθέτω
- επίθημα
- ενισχύω
- αυξάνω
- ενισχύω
- συμπλήρωμα
- σύνθετο
- επιμηκύνω
- επιβάλλω
- βελτιώνω
- διευρύνω
- Αναβάθμιση
- επεκτείνω
- δένω
- επισκευή
- Μόσχευμα
- αυξάνω
- εμπόδιο
- αύξηση
- εγχέω
- ενίω
- εισαγωγή
- Εντατικοποιώ
- διαπερνώ
- επιμηκύνω
- μεγενθύνω
- Μεγιστοποιώ
- πολλαπλασιάζω
- παρατείνω
- παρατείνειν
- ανυψώνω
- ενισχύω
- ενισχύω
- ενισχύω
- συμπλήρωμα
- προμήθεια
- ετικέτα
- γραβάτα
- Βόειο κρέας (περισσότερο)
- (πρήζομαι)
Nearest Words of tack (on)
Definitions and Meaning of tack (on) in English
tack (on)
No definition found for this word.
FAQs About the word tack (on)
Καρφώνω (σε)
Προσθήκη,όμορος,παράρτημα,Προσάρτημα,συνημμένο,επεκτείνω,εισάγω,προσθέτω,επίθημα,ενισχύω
μειώνω,κόβω,αφαιρώ,διαχωρίζω,αποσύνδεση,απομίμηση,μειώνω,αφαιρώ,ξεχωριστό,αφαιρώ
tabus => Ταμπού, tabulations => Πίνακες, tabs => καρτέλες, taboos => ταμπού, tabloids => Κίτρινος Τύπος ,