Greek Meaning of condense
πυκνώνω
Other Greek words related to πυκνώνω
Nearest Words of condense
- condensation trail => Συμπυκνωτική ουρά
- condensation pump => Αντλία συμπύκνωσης
- condensation => Συμπύκνωση
- condensate => συμπύκνωμα
- condemning => καταδικαστικός
- condemnatory => καταδικαστικός
- condemnation => καταδίκη
- condemnable => καταδικαστέος
- condemn => καταδικάζω
- concussion => Σύνδρομο διάσεισης
- condensed milk => Εβαπορέ γάλα
- condenser => Συμπυκνωτής
- condenser microphone => Μικρόφωνο πυκνωτή
- condenser mike => Μικρόφωνο πυκνωτή
- condensing => συμπύκνωση
- condescend => συγκαταβαίνω
- condescending => υποτιμητικός
- condescendingly => συγκαταβατικά
- condescendingness => Καταδεκτικότητα
- condign => αρμόζων
Definitions and Meaning of condense in English
condense (v)
undergo condensation; change from a gaseous to a liquid state and fall in drops
make more concise
remove water from
cause a gas or vapor to change into a liquid
become more compact or concentrated
develop due to condensation
compress or concentrate
FAQs About the word condense
πυκνώνω
undergo condensation; change from a gaseous to a liquid state and fall in drops, make more concise, remove water from, cause a gas or vapor to change into a liq
συμπιέζω,συρρικνώνω,κατάρρευση,συσφίγγω,Σύμβαση,Μείωση,μειώνω,στεγνώνω,ισοπεδώνω,λιγώτερο
συσσωρεύω,επεκτείνω,μεγαλώνω,αύξηση,οίδημα,φουσκώνω,χιονόμπαλα,μπαλόνι
condensation trail => Συμπυκνωτική ουρά, condensation pump => Αντλία συμπύκνωσης, condensation => Συμπύκνωση, condensate => συμπύκνωμα, condemning => καταδικαστικός,