Greek Meaning of styleless

ά­μορφος

Other Greek words related to ά­μορφος

Definitions and Meaning of styleless in English

Wordnet

styleless (a)

lacking in style or elegance

FAQs About the word styleless

ά­μορφος

lacking in style or elegance

τυρώδης,παλιομοδίτικος,ακατάλληλος,εσφαλμένος,άκομψος,κολλώδης,άνοστος,χυδαίος,ξεπερασμένος,άκομψος

κατάλληλος,γινόμενος,σικ,κλασικός,κομψός,Σωστό,κομψός,εξαίσιος,μοντέρνος,καλό

style sheet => φύλλο στυλ, style of architecture => Αρχιτεκτονικό στυλ, style => στυλ, stygian => στυγικός, stye => κριθάρι,