Greek Meaning of stylishly

με στυλ

Other Greek words related to με στυλ

Definitions and Meaning of stylishly in English

Wordnet

stylishly (r)

in a stylish manner

FAQs About the word stylishly

με στυλ

in a stylish manner

κομψά,με μοντέρνο τρόπο,με στυλ,προσεγμένα,τακτικά,προσεκτικά,σχολαστικά,λεπτομερώς,σχολαστικά,οργανωμένος

άκομψα,πρόχειρα,ατημέλητος,φτωχικά,ακατάστατα,άσχημα,φτωχικά,ατημέλητος,ακατάστατα,σκοτεινά

stylish => κομψό, stylised => στυλιζαρισμένος, stylise => Εκφράζω, stylisation => Στυλιζάρισμα, stylet => ενειστήρας,