Greek Meaning of stiltedly

επίσημα

Other Greek words related to επίσημα

Definitions and Meaning of stiltedly in English

Wordnet

stiltedly (r)

in a stilted manner

FAQs About the word stiltedly

επίσημα

in a stilted manner

αμήχανος,αδέξιος,Αμήχανος,άβολος,ανήσυχος,ξύλινος,ταραγμένος,διαταραγμένος,πανικόβλητος,Αδέξιος

συλλεγέν,συντεθειμένος,χαριτωμένος,ευγενικός,Αστικός,σίγουρος,Ήρεμος,σίγουρος,κουλ,ήρεμος

stilted => Τεχνητός, stiltbird => Ξυλοπόδαρος, stilt plover => Χαμόσπιζα, stilt => Ξυλοπόδαρο, stilly => ακίνητος,