Greek Meaning of seamless

απρόσκοπτα

Other Greek words related to απρόσκοπτα

Definitions and Meaning of seamless in English

Wordnet

seamless (a)

not having or joined by a seam or seams

Wordnet

seamless (s)

smooth, especially of skin

perfectly consistent and coherent

Webster

seamless (a.)

Without a seam.

FAQs About the word seamless

απρόσκοπτα

not having or joined by a seam or seams, smooth, especially of skin, perfectly consistent and coherentWithout a seam.

άριστος,άψογος,ιδανικός,τέλειο,απόλυτος,κλασικός,Εξαιρετικός.,άψογος,μεγάλος, καταπληκτικός,άμωμος

εσφαλμένος,κακός,ελαττωματικός,ανεπαρκής,ελαττωματικός,ελαττωματικό,ατελής,ανεπαρκής,ατελής,Ανεπαρκής

seaming => Ραφή, seamen => ναυτικοί, sea-mell => ναυτικό μίλι, seamed => ραμμένο, seamark => ναυτικό σήμα,