Greek Meaning of recusancy
άρνηση
Other Greek words related to άρνηση
- ανυπακοή
- ανυπακοή
- Απείθεια
- μη συμμόρφωση
- εξέγερση
- ανταρσία
- απειθαρχία
- εξέγερση
- Αυτοθέληση
- αναρχία
- Μη συνεργασία
- παραξενιά
- μπόζο
- αντίθεση
- πρόκληση
- Ασεβεια
- Θράσος
- Θράσσος
- Εξέγερση
- εξέγερση
- δυσκολία
- κακή συμπεριφορά
- ανταρσία
- Επιμονή
- θόρυβος
- εστία
- διαστροφή
- αντάρτης
- ανθυγία
- αγένεια
- Εμμονή
- αυθαιρεσία
- κακοτροπία
- διαφωνία
- Διαφωνία
- εξέγερση
- σκανταλιά
- πεισματικότητα
- σκανταλιά
- Πεισματικότητα
- πείσμα
- ανταρσία
- Ύβρις
Nearest Words of recusancy
Definitions and Meaning of recusancy in English
recusancy (n)
refusal to submit to established authority; originally the refusal of Roman Catholics to attend services of the Church of England
recusancy (n.)
The state of being recusant; nonconformity.
FAQs About the word recusancy
άρνηση
refusal to submit to established authority; originally the refusal of Roman Catholics to attend services of the Church of EnglandThe state of being recusant; no
ανυπακοή,ανυπακοή,Απείθεια,μη συμμόρφωση,εξέγερση,ανταρσία,απειθαρχία,εξέγερση,Αυτοθέληση,αναρχία
συμμόρφωση,συμμόρφωση,υπακοή,υποβολή,υπαγωγή,αποδοχή,ευκολία ,капитуляция,υπόκλιση,υποτακτικότητα
recusal => απαγόρευση, recurvous => κυρτός, recurvity => καμπυλότητα, recurvirostridae => Αβοκέτες, recurvirostral => καμπυλόραμφος,