Greek Meaning of rebelling

αντάρτης

Other Greek words related to αντάρτης

Definitions and Meaning of rebelling in English

Webster

rebelling (p. pr. & vb. n.)

of Rebel

FAQs About the word rebelling

αντάρτης

of Rebel

ανυπακοή,πρόκληση,ανυπακοή,Απείθεια,δυσκολία,μη συμμόρφωση,εξέγερση,ανταρσία,απειθαρχία,εξέγερση

συμμόρφωση,συμμόρφωση,υπακοή,υποβολή,υπαγωγή,αποδοχή,ευκολία ,капитуляция,υποτακτικότητα,παράδοση

rebeller => Επαναστάτης, rebelled => επαναστάτησαν, rebeldom => εξέγερση, rebel => επαναστάτης, rebekah => Ρεβέκκα,