Greek Meaning of preteen
προεφηβεία
Other Greek words related to προεφηβεία
- Έφηβος
- έφηβος
- έφηβος
- ανήλικος
- Νεαρός
- νεανικός
- άπειρος
- παιδικός
- παιδαριώδης
- εμβρυϊκός
- αναδυόμενος
- Ανώριμος
- άπειρος
- βρεφικός
- ανήλικος
- ανήλικος
- νεανικός
- εφηβικός
- ανήλικος
- βρεφώδης
- ανθισμένος
- ανθοφορία
- Πράσινο
- παιδαριώδης
- παιδαριώδης
- Ωμός
- ανεπτυγμένο
- ημιτελές
- άπτερος
- άμορφος
- Άγουρο
- Άγουρο
- ανθηρός
- παιδαριώδης
Nearest Words of preteen
Definitions and Meaning of preteen in English
preteen (n)
a preadolescent boy or girl (usually between 9 and 12 years of age)
preteen (s)
of or relating to or designed for children between the ages of 9 and 12
FAQs About the word preteen
προεφηβεία
a preadolescent boy or girl (usually between 9 and 12 years of age), of or relating to or designed for children between the ages of 9 and 12
Έφηβος,έφηβος,έφηβος,ανήλικος,Νεαρός,νεανικός,άπειρος,παιδικός,παιδαριώδης,εμβρυϊκός
ενήλικας,ηλικιωμένοι,αρχαίος,ηλικιωμένοι,γεροντικός,Ώριμος,ώριμος,παλιό,μεγαλύτερος,ηλικιωμένος, -η, -ο
presymptomatic => Προσυμπτωματικός, presupposition => Προϋπόθεση, presuppose => προϋποθέτω, presumptuousness => αυθάδεια, presumptuously => αυθαίρετα,