Greek Meaning of lettered
μορφωμένος
Other Greek words related to μορφωμένος
- μορφωμένος
- εγγράμματος
- επιστημονικός
- ακαδημαϊκός
- ακαδημαϊκός
- πολιτισμένος
- Καλλιεργούμενος
- μορφωμένος
- Ευρυμαθής
- ενημερωμένος
- εκπαιδευμένος
- με γνώσεις
- μαθημένος
- γυαλισμένο
- επιδέξιος
- Διαβασμένος
- ο βιβλιολάτρης
- εγκεφαλικός
- διδακτικός
- διδακτικός
- διαφωτισμένος
- διανοουμενίστικος
- Διανοουμενίστικος
- μελανοδοχείο
- διανοούμενος
- πεダンτικός
- καθηγητικός
- εκλεπτυσμένος
- εκπαιδευμένος
- αυτοδίδακτος
- εκπαιδευμένος
- έμπειρος
- Ευγενής
- ενημερώθηκε
- Κατ' οίκον εκπαίδευση
- αυτοδίδακτος
Nearest Words of lettered
- lettercard => Γράμμα-κάρτα
- letter writer => Γράπτης επιστολών
- letter telegram => Επιστολή τηλεγράφημα
- letter stock => Αποθεματικό γραμμάτων
- letter security => Ασφάλεια επιστολών
- letter paper => Χαρτί γράμματος
- letter opener => ανοιχτήρι γραμμάτων
- letter of the alphabet => Γράμμα του αλφαβήτου
- letter of marque => Επιστολή μαρκαρίσματος
- letter of mark and reprisal => επιστολή μάραθου και αντιποίνων
Definitions and Meaning of lettered in English
lettered (s)
highly educated; having extensive information or understanding
lettered (imp. & p. p.)
of Letter
lettered (a.)
Literate; educated; versed in literature.
Of or pertaining to learning or literature; learned.
Inscribed or stamped with letters.
FAQs About the word lettered
μορφωμένος
highly educated; having extensive information or understandingof Letter, Literate; educated; versed in literature., Of or pertaining to learning or literature;
μορφωμένος,εγγράμματος,επιστημονικός,ακαδημαϊκός,ακαδημαϊκός,πολιτισμένος,Καλλιεργούμενος,μορφωμένος,Ευρυμαθής,ενημερωμένος
σκοτεινός,σκοτεινός, -ή, -ό,αναλφάβητος,αγριος,ακαλλιέργητος,Αμόρφωτος,αμόρφωτος,Αγράμματος,χυδαίος,Ημιμαθής
lettercard => Γράμμα-κάρτα, letter writer => Γράπτης επιστολών, letter telegram => Επιστολή τηλεγράφημα, letter stock => Αποθεματικό γραμμάτων, letter security => Ασφάλεια επιστολών,