FAQs About the word self-taught

αυτοδίδακτος

Taught by one's own efforts.

ερασιτέχνης,αυτοδίδακτος,Αυτοδίδακτος,αφελή,αφελης,πρωτόγονος,αυτοδίδακτος,Αμόρφωτος,αδαής,ανόητος

μορφωμένος,δίδαξε,εκπαιδευμένος,εκπαιδευμένος,μορφωμένος

self-sustaining => αυτοσυντήρηση, self-sustained => αυτοσυντηρούμενος, self-suspicious => καχύποπτος προς τον εαυτό του, self-suspended => αυτο-ανασταλείς, self-supporting => αυτάρκης,