Greek Meaning of historicalness

ιστορικότητα

Other Greek words related to ιστορικότητα

Definitions and Meaning of historicalness in English

Wordnet

historicalness (n)

the state of having in fact existed in the past

significance owing to its history

FAQs About the word historicalness

ιστορικότητα

the state of having in fact existed in the past, significance owing to its history

ντοκιμαντέρ,πραγματικός,​​κυριολεκτικός,μη μυθοπλασίας,ΑΛΗΘΙΝΟΣ,πραγματικός,αυθεντικός,Τεκμηριωμένο,γνήσιος,Γεγονός

Φανταστικός,φανταστικός,υποθετικός,εικαζόμενο,θεωρητικός,θεωρητικός,μυθιστορηματικά,Μη ιστορικός,ανιστόρητος,απόκρυφος

historically => Ιστορικά, historical school => Ιστορική σχολή, historical record => ιστορικό αρχείο, historical present => Ιστορικός ενεστώτας, historical paper => ιστορικό έγγραφο,