Greek Meaning of flightily
άστατα
Other Greek words related to άστατα
- διεγέρσιμος
- αγχωμένος
- ανήσυχος
- συναισθηματικός
- νευρικός
- Υπερκινητικός
- υπερκινητικός
- έντονο
- ευερέθιστος
- ανήσυχος
- νευρικός
- υδραργυρικός
- ευαίσθητος
- νευρικός
- σπασμωδικός
- τρομακτικός
- ασταθής
- ασταθής
- τρεμουλιαστό
- υπερ
- υπερεγέρσιμος
- ολισθηρός
- δραματικός
- αιχμηρός
- υστερικός
- οξύθυμος
- υπερευαίσθητος
- ευέξαπτος
- Μελοδραματικός
- θαρραλέος
- συναισθηματικός
- _ιδιότροπος_
- τεταμένος
- ευερέθιστος
- Καθηλωμένος
- ηφαιστειακός
- διστακτικός
Nearest Words of flightily
Definitions and Meaning of flightily in English
flightily (adv.)
In a flighty manner.
FAQs About the word flightily
άστατα
In a flighty manner.
διεγέρσιμος,αγχωμένος,ανήσυχος,συναισθηματικός,νευρικός,Υπερκινητικός,υπερκινητικός,έντονο,ευερέθιστος,ανήσυχος
Ήρεμος,συλλεγέν,κουλ,ατάραχος,αναίσθητος,Γαλήνιος,ήρεμος,ατάραχος,ακλόνητος,εύκολος
flighter => μαχητής, flighted => διαβαθμισμένο, flight surgeon => Ιατρός πτήσεων, flight strip => Πίστα προσγείωσης, flight simulator => Προσομοιωτής πτήσης,