Greek Meaning of favoring

ευνοϊκός

Other Greek words related to ευνοϊκός

Definitions and Meaning of favoring in English

Webster

favoring (p. pr. & vb. n.)

of Favor

Webster

favoring (a.)

That favors.

FAQs About the word favoring

ευνοϊκός

of Favor, That favors.

φιλόξενος,ηρεμιστικό,βοήθεια,απολαυστικός,βοηθητικός,επιδοθή,προθυμος,ευχάριστος,ικανοποιητικό,βοήθεια

ενοχλητικός,επιβαρυντικός,περιοριστική,εγκατάλειψη,απογοητευτικός,ανησυχητικό,επιβαρυντικός,αποτυχημένος,εμποδίζοντας,εμποδίζοντας

favoress => χάρη, favorer => ευνοώ, favoredness => ευνοιοκρατία, favoredly => ευνοϊκά, favored => ευνοϊκός,