Greek Meaning of embracive
Περιεκτικός
Other Greek words related to Περιεκτικός
- ολοκληρωμένο
- εκτεταμένος
- γεμάτος
- Περιεκτικός
- πανοραμικός
- εμπεριστατωμένος
- ολοκληρωτικός
- ολοσυμπεριλαμβανόμενο
- Ευρύς
- φαρδύς δρόμος
- περιεκτικός
- ολοκληρωμένο
- εγκυκλοπαιδικός
- εξαντλητικός
- γενικός
- παγκόσμιος
- μεγάλος
- λεωφορείο
- καθολικός
- απέραντος
- πλατύς
- εγκυκλοπαιδικός
- διεξοδικός
- all in
- κουβέρτα
- καθολικός
- Κοσμικό
- Εγκύκλιος
- μακριά
- Μεγάλος
- αδιάκριτος
- συνολικά
- πανοπτικός
- σάρωση
- απεριόριστος
- ευρύ
- Ευρύ
- κοσμικός
- Ολικό
- μακρόπνοος
- Συμπεριληπτική
Nearest Words of embracive
Definitions and Meaning of embracive in English
embracive (a.)
Disposed to embrace; fond of caressing.
FAQs About the word embracive
Περιεκτικός
Disposed to embrace; fond of caressing.
ολοκληρωμένο,εκτεταμένος,γεμάτος,Περιεκτικός,πανοραμικός,εμπεριστατωμένος,ολοκληρωτικός,ολοσυμπεριλαμβανόμενο,Ευρύς,φαρδύς δρόμος
άτομο,περιορισμένος,στενός,ακριβής,περιορισμένος,ειδικευμένος,συγκεκριμένος,περιγεγραμμένο,ακριβές,ενικός
embracing => Αγκαλιάζει, embracer => αγκαλιά, embraceor => αγκαλιάζω, embracement => εναγκαλισμός, embraced => αγκαλιάστηκε,