Greek Meaning of embower
σκεπάζω
Other Greek words related to σκεπάζω
- περιβάλλω
- φάκελος
- σάβανο
- τυλίγω
- κόλπος
- κιόσκι
- περιβάλλω
- Κούκουλο
- Δραπέτο
- ενσωματώνω
- αγκαλιάζω
- αγκαλιάζω
- περικλείω
- περικυκλώνω
- περιλαμβάνω
- περιπλέκει
- περιβάλλω
- περιτυλίγω
- τυλίγω
- περικλείω
- επενδύσετε
- γύρος
- μανδύας
- πνίγω
- λωρίδα
- πέπλο
- κουβέρτα
- καμουφλάζ
- κύκλος
- Μανδύας
- Κουρτίνα
- μεταμφίεση
- τυλίγω
- ενσωματώνω
- Μάσκα
- επικάλυψη
- καλύπτω
- σπαργανώνω
Nearest Words of embower
- embowelment => εκσπλαχνισμός
- embowelling => εκσπλαχνισμός
- embowelled => Σφαγιασμένος
- emboweling => εξώθηση
- emboweler => εκσπλαγχνιστής
- emboweled => σπλαγχνισμένος
- embowel => Εκσπλαχνίσειν
- embow => κυρτώνω (verb)
- embouchure => [Επίπεδο χείλους](https://el.glosbe.com/en/el/embouchure)
- embottle => εμφιαλώνω
Definitions and Meaning of embower in English
embower (v)
enclose in a bower
embower (v. t.)
To cover with a bower; to shelter with trees.
embower (v. i.)
To lodge or rest in a bower.
FAQs About the word embower
σκεπάζω
enclose in a bowerTo cover with a bower; to shelter with trees., To lodge or rest in a bower.
περιβάλλω,φάκελος,σάβανο,τυλίγω,κόλπος,κιόσκι,περιβάλλω,Κούκουλο,Δραπέτο,ενσωματώνω
Γυμνός,εκθέτω,Λωρίδα,Απογυμνωμένο
embowelment => εκσπλαχνισμός, embowelling => εκσπλαχνισμός, embowelled => Σφαγιασμένος, emboweling => εξώθηση, emboweler => εκσπλαγχνιστής,