Greek Meaning of enfold
περιπλέκει
Other Greek words related to περιπλέκει
- περικλείω
- περιβάλλω
- φάκελος
- σάβανο
- τυλίγω
- κόλπος
- κιόσκι
- Μανδύας
- Κούκουλο
- Δραπέτο
- ενσωματώνω
- αγκαλιάζω
- περικυκλώνω
- περιλαμβάνω
- περιβάλλω
- τυλίγω
- περικλείω
- γύρος
- μανδύας
- πνίγω
- λωρίδα
- πέπλο
- κουβέρτα
- καμουφλάζ
- κύκλος
- περιβάλλω
- Κουρτίνα
- μεταμφίεση
- αγκαλιάζω
- σκεπάζω
- περιτυλίγω
- ενσωματώνω
- επενδύσετε
- Μάσκα
- επικάλυψη
- καλύπτω
- σπαργανώνω
Nearest Words of enfold
Definitions and Meaning of enfold in English
enfold (v)
enclose or enfold completely with or as if with a covering
enfold (v. t.)
To infold. See Infold.
FAQs About the word enfold
περιπλέκει
enclose or enfold completely with or as if with a coveringTo infold. See Infold.
περικλείω,περιβάλλω,φάκελος,σάβανο,τυλίγω,κόλπος,κιόσκι,Μανδύας,Κούκουλο,Δραπέτο
Γυμνός,εκθέτω,Λωρίδα,Απογυμνωμένο
enflurane => Ενφλουράνη, enflowering => ανθοφορία, enflowered => ανθηρός, enflower => enflower, enfleurage => ανθοπαγίδευση,