Greek Meaning of panoptic
πανοπτικός
Other Greek words related to πανοπτικός
- Ευρύς
- καθολικός
- Κοσμικό
- εκτεταμένος
- μακριά
- γενικός
- μεγάλος
- σάρωση
- απέραντος
- ευρύ
- Ευρύ
- κοσμικός
- μακρόπνοος
- κουβέρτα
- ολοκληρωμένο
- Εγκύκλιος
- εγκυκλοπαιδικός
- Μεγάλος
- αδιάκριτος
- συνολικά
- πανοραμικός
- απεριόριστος
- Συμπεριληπτική
- all in
- ολοκληρωτικός
- ολοσυμπεριλαμβανόμενο
- φαρδύς δρόμος
- περιεκτικός
- ολοκληρωμένο
- Περιεκτικός
- εξαντλητικός
- γεμάτος
- παγκόσμιος
- Περιεκτικός
- λεωφορείο
- εμπεριστατωμένος
- καθολικός
- πλατύς
- Ολικό
- εγκυκλοπαιδικός
- διεξοδικός
Nearest Words of panoptic
Definitions and Meaning of panoptic in English
panoptic (s)
including everything visible in one view
broad in scope or content
FAQs About the word panoptic
πανοπτικός
including everything visible in one view, broad in scope or content
Ευρύς,καθολικός,Κοσμικό,εκτεταμένος,μακριά,γενικός,μεγάλος,σάρωση,απέραντος,ευρύ
περιγεγραμμένο,άτομο,περιορισμένος,στενός,ακριβής,περιορισμένος,ειδικευμένος,συγκεκριμένος,ακριβές,ενικός
panoply => πανοπλία, panoplied => οπλισμένος, panonychus ulmi => Άκαρι αράχνη της ελιάς, panonychus => πανώνυχος, panomphean => πανομφεαν,