Greek Meaning of dithering
δισταγμός
Other Greek words related to δισταγμός
- διστακτικός
- Διστακτικός
- εξισορρόπηση
- συζητώ
- ανακοπή
- κρεμασμένοι πίσω
- παύση
- εκπληκτικός
- Διστακτικός
- Τρέμουλο
- αναμονή
- διστακτικός
- τρεμάμενος
- οπισθοχώρηση
- δεδομένου ότι
- αναβάλλω
- κωλυσιεργία
- καθυστέρηση
- σκεπτόμενος
- Αμφίβολος
- αμφιταλαντευόμενος
- Εμπλοκή
- σάπι
- επίμονος
- ταλαντούμενο
- στοχαστικός
- αναβολή
- βεβαιολογώ
- σкруπολότητα
- δισταγμός
- ταλαντεύομαι
- ταλαντευόμενος/η/ο
- διστακτικός
- ζύγισμα
Nearest Words of dithering
Definitions and Meaning of dithering in English
dithering (n)
the process of representing intermediate colors by patterns of tiny colored dots that simulate the desired color
FAQs About the word dithering
δισταγμός
the process of representing intermediate colors by patterns of tiny colored dots that simulate the desired color
διστακτικός,Διστακτικός,εξισορρόπηση,συζητώ,ανακοπή,κρεμασμένοι πίσω,παύση,εκπληκτικός,Διστακτικός,Τρέμουλο
συνεχόμενος,αποφασίζοντας,κατάδυση (στο),βουτιά (σε),Ανάδευση,προελαύνοντας,ταλαντευόμενος
dithered colour => Δithered χρώμα, dithered color => Διάσπαρτη εικόνα, dither => δισταγμός, ditheistical => δίθεος, ditheistic => δυϊστικός,