Greek Meaning of deselecting
deselecting
Other Greek words related to deselecting
- αποφυγή
- μειούμενη
- αγνοώντας
- αρνούμαι
- Απορριπτικός
- αρνούμενος
- αποδοκιμαστικός
- απορρίπτω
- αμφισβητώντας
- απαγορευτικό
- περνώντας
- επιτιμητικός
- αποποιούμενοι
- βάζω βέτο
- απόσυρση
- δισταγμός
- Nixing
- περνώντας πάνω
- απαγορευτικό
- περιφρονώντας
- εκτινάσσοντας
- ρίψη
- απόρριψη
- abjuring
- Απαγορεύει
- αποκηρύσσοντας
- αποποιούμενος
- περιφρονητικώς
- αποκήρυξη
- διάψευση
- ανεκτικός
- ψευδορκία
- άρνηση
- αρνητικός
- άκυρο
- απωθητικός
- διάψευση
- αναίρεση
- διαψεύδοντας
- εγκατάλειψη
- συρριγμός
- ανάκληση
- προσκοπισμός
- κολλώδης
- αποχή (από)
- οπισθοχώρηση
- Υποχωρώ
- Επιστροφή
- φυσητο
- παράκαμψη
- αντιφατικός
- αμφιλεγόμενος
- παράκαμψη
- διαφωνία (με)
- αποταγή
- άρνηση
- απαγορεύοντας
- υπενθύμιση
- αποχή (από)
- άρνηση
- περιφρόνηση
- Επαναλαμβάνω
- του να πεις
Nearest Words of deselecting
Definitions and Meaning of deselecting in English
deselecting
dismiss sense 3, reject, to cause (something previously selected) to no longer be selected in a software interface, dismiss, reject
FAQs About the word deselecting
Definition not available
dismiss sense 3, reject, to cause (something previously selected) to no longer be selected in a software interface, dismiss, reject
αποφυγή,μειούμενη,αγνοώντας,αρνούμαι,Απορριπτικός,αρνούμενος,αποδοκιμαστικός,απορρίπτω,αμφισβητώντας,απαγορευτικό
Αποδεκτός,υιοθεσία,Εγκριτικός,λήψη,επιλογή,λήψη,ανεκτικός,συμφωνία (με),Κατάποση,προσχωρούντος
deselected => απροεπιλεγμένος, deselect => αποεπιλογή, desegregating => αποσκορπισμός, desecrations => βεβηλώσεις, descriptions => περιγραφές,