Greek Meaning of vetoing
βάζω βέτο
Other Greek words related to βάζω βέτο
Nearest Words of vetoing
Definitions and Meaning of vetoing in English
vetoing (p. pr. & vb. n.)
of Veto
FAQs About the word vetoing
βάζω βέτο
of Veto
απορρίπτω,αρνούμαι,Μαύρη σφαίρα,Απαγορεύει,αποδοκιμαστικός,κάθοδος,αρνητικός,Nixing,μαύρη λίστα,μειούμενη
παραδεχόμενοι,επιτρέποντας,Εγκριτικός,επιβεβαιώνοντας,περνώντας,επικυρώνοντας, εγκρίνοντας,εκλογές,επιβάλλων κυρώσεις,υποστηρίζων,συγκατάθεση σε
vetoes => βέτο, vetoed => άσκησε βέτο, veto => βέτο, vetluga river => Ποταμός Βετλούγκα, vetiver => βετιβέρ,