Greek Meaning of downing

κάθοδος

Other Greek words related to κάθοδος

Definitions and Meaning of downing in English

Wordnet

downing (n)

United States landscape architect who designed the grounds of the White House and the Capitol Building (1815-1852)

Webster

downing (p. pr. & vb. n.)

of Down

FAQs About the word downing

κάθοδος

United States landscape architect who designed the grounds of the White House and the Capitol Building (1815-1852)of Down

πτώση,χτύπημα,χτύπημα,ανατροπή,θόρυβος,κοπή,δάπεδο,εξομάλυνση,ισοπέδωση,ανατροπή

παραδεχόμενοι,επιτρέποντας,Εγκριτικός,επιβεβαιώνοντας,περνώντας,επικυρώνοντας, εγκρίνοντας,εκλογές,επιβάλλων κυρώσεις,υποστηρίζων,συγκατάθεση σε

downiness => χνούδι, downhill => κατηφόρα, downheartedness => απογοήτευση, downhearted => αποκαρδιωμένος, downhaul => κατέβασμα,