Greek Meaning of retracting

συρριγμός

Other Greek words related to συρριγμός

Definitions and Meaning of retracting in English

Webster

retracting (p. pr. & vb. n.)

of Retract

FAQs About the word retracting

συρριγμός

of Retract

αρνούμενος,εγκατάλειψη,απόσυρση ,Εγκατάλειψη,abjuring,ψευδορκία,αναίρεση,διαψεύδοντας,εγκατάλειψη,κατάργηση

αναγνωριστικός,παραδεχόμενοι,επιβεβαιωτικός,ισχυριζόμενος,διεκδικώντας,επιβεβαιώνοντας,δηλώνοντας,υπερασπίζοντας,συντηρώντας,υποστηρίζων

retractile => ανασυρόμενο, retractible => αναδιπλούμενο, retracted => ανασυρόμενη, retractation => Ανάκληση, retractate => ανακαλώ,