Greek Meaning of crying off
Κλαίγοντας
Other Greek words related to Κλαίγοντας
- Εγκατάλειψη
- Διακοπή (μαθημάτων)
- ακύρωση
- ακύρωση
- ανάκληση
- </br> παλιοσίδερα
- κλήση
- ακύρωση
- πτώση
- υπενθύμιση
- κατάργηση
- ανακλήσεις
- κυλάει πίσω
- τρίψιμο
- απόσυρση
- διαγραφή
- Κατάργηση
- ακύρωση
- διακοπή
- διακοπή
- τέλος
- παραιτούμαι
- ανακοπή
- συγκράτηση
- διακόπτωντας
- ακυρώνοντας
- ακυρώνει
- εγκατάλειψη
- συρριγμός
- όπισθεν
- στάση
- αναστολή
- Επαναλαμβάνω
- καταληκτικός
- κένωση
Nearest Words of crying off
Definitions and Meaning of crying off in English
crying off
to call off (something, such as a bargain), to beg off
FAQs About the word crying off
Κλαίγοντας
to call off (something, such as a bargain), to beg off
Εγκατάλειψη,Διακοπή (μαθημάτων),ακύρωση,ακύρωση,ανάκληση,</br> παλιοσίδερα,κλήση,ακύρωση,πτώση,υπενθύμιση
συνεχόμενος,φύλαξη,αρχή,ξεκινώντας,Συμμετοχικός,ελπιδοφόρος,αρχή,πτυχίο,έναρξη,υπόσχεση
crying down => Κλαίγοντας προς τα κάτω, crying (out) => (κλαίγοντας), crying (for) => κλαίγοντας (για), cry up => κλαίω, cry off => κλαίω,