Greek Meaning of cry off

κλαίω

Other Greek words related to κλαίω

Definitions and Meaning of cry off in English

cry off

to call off (something, such as a bargain), to beg off

FAQs About the word cry off

κλαίω

to call off (something, such as a bargain), to beg off

εγκαταλείπω,διακόπτω,ακυρώνω,καταργώ,ανακαλώ,σκραπ,κλήση,ακυρώνω,σταγόνα,τέλος

συνεχίζω,κρατάω,αρχίσετε,Συμπλέκομαι,αρχή,αναλαμβάνω,αρχίζω,αρχίζω,υπόσχεση,υπόσχεση

cry down => κλάψε κάτω, cry (out) => φωνάζω, cry (for) => (κλαίω για), crutches => πατερίτσες, crusts => οι κρούστες,