Greek Meaning of burnt out

καμμένο

Other Greek words related to καμμένο

Definitions and Meaning of burnt out in English

FAQs About the word burnt out

καμμένο

στραγγισμένος,εξαντλημένος,κουρασμένος,κουρασμένος,all in,κουρασμένος,ρυθμός,χτυπημένος,Θολό,σπασμένος

ενεργός,Ενεργητικός,φρέσκος,αναζωογονητικό,ανανεωμένος,χαλαρός,ξεκούραστος,ακούραστος,αναζωογονημένο,ζωηρός

burnt one's ears => καίγομαι τα αυτιά μου, burnt (up) => Καμένο (πάνω), burns out => Κάψιμο, burns (up) => καίγεται, burnout => επαγγελματική εξουθένωση,