Greek Meaning of bursted (in or into)

εξερράγη (σε ή μέσα σε)

Other Greek words related to εξερράγη (σε ή μέσα σε)

Definitions and Meaning of bursted (in or into) in English

bursted (in or into)

No definition found for this word.

FAQs About the word bursted (in or into)

εξερράγη (σε ή μέσα σε)

πρόσβαση,Φορτώστε,αεράκι (μέσα),πέσει,Εισαγάγετε,σπρώχνω (μέσα),χάνομαι (σε),βαλς (σε),διατρυπάω,περιπλανιέμαι (σε)

αναχωρείν,αφήνω,Έξοδος

bursted => έσπασε, burst (in or into) => σκάω (μέσα ή μέσα σε), burst (forth) => ξεσπάω (έξω), burrows => λαγούμια, burrowing (into) => σκάβοντας (μέσα),