Greek Meaning of birching
ξυλοδαρμός με βέργες σημύδας
Other Greek words related to ξυλοδαρμός με βέργες σημύδας
- Flicking
- μαστίγωμα
- κρύβοντας
- μαστίγωμα
- κόψιμο
- Ξύλο
- μαστίγωμα
- θόρυβος
- Πήγε
- Ρατάν
- αποκόμματα
- Κοπή
- χτύπημα
- μαστίγωμα
- χτύπημα
- Δέρμα
- επίθεση
- χτύπημα
- μαστίγωμα [masˈtiɡɔma]
- χαστούκι
- χαστούκι
- σωματώδης
- εναλλαγή
- μαύρισμα
- ξυλοδαρμός
- Φαλαινοθηρία
- Δέσιμο αγελάδας
- στριφογυρίζοντας
- διάτρηση
- ακατέργαστο δέρμα
- μπάσινγκ
- πότισμα
- ξύλο
- ζώνη
- πυγμαχία
- αναπήδηση
- χειροκροτήματα
- Επιρροή
- Νυχτερινό κέντρο
- ράγισμα
- Αποκαθήλωση
- σφυρηλάτηση
- αφρός
- ζάρωμα
- κωπηλασία
- επικόλληση
- χαλάζι
- σχιστόλιθος
- Slugging
- τιμωρία
- αλωνισμός
- χτυπώντας
- χτύπημα
- εκκωφαντικός
- τεράστιος
- εκβιασμός
- ξυλοδαρμός
- έκρηξη
- συντριπτικός
- ρόπαλο
- ραβδισμός
- Πειράκια
- μαστίγωμα
- ξυλοκοπάω
- ξυλοκόπημα
- ραφές
- τραχύτητα
- κάλτσα
- swatting
- σάρωση
- υπερωρία
Nearest Words of birching
Definitions and Meaning of birching in English
birching (p. pr. & vb. n.)
of Birch
FAQs About the word birching
ξυλοδαρμός με βέργες σημύδας
of Birch
Flicking,μαστίγωμα,κρύβοντας,μαστίγωμα,κόψιμο,Ξύλο,μαστίγωμα,θόρυβος,Πήγε,Ρατάν
No antonyms found.
birches => σημύδες, birchen => σημύδινος, birched => σημύδα, birchbark canoe => Κανό από φλοιό σημύδας, birchbark => φλοιός σημύδας,