Greek Meaning of birched

σημύδα

Other Greek words related to σημύδα

Definitions and Meaning of birched in English

Webster

birched (imp. & p. p.)

of Birch

FAQs About the word birched

σημύδα

of Birch

μαστιγωμένος,χτύπησε,μαστιγωμένος,κρυμμένο,μαστιγωμένος,μαστιγωμένος,χαστούκισε,σχισμένος,ξυλοκοπημένος,χτυπημένος

No antonyms found.

birchbark canoe => Κανό από φλοιό σημύδας, birchbark => φλοιός σημύδας, birch tree => Σημύδα, birch rod => Ξύλο σημύδας, birch oil => Έλαιο σημύδας,