Greek Meaning of threshed
αλωνισμένος
Other Greek words related to αλωνισμένος
Nearest Words of threshed
- thresher => αλωνιστική μηχανή
- thresher shark => Αλωπεκίας
- thresher's lung => Πνεύμονας αχυρωτή
- thresh-fold => όριο
- threshing => αλωνισμός
- threshing floor => αλώνι
- threshing machine => αλωνιστική μηχανή
- threshold => κατώφλι
- threshold element => Στοιχείο κατωφλίου
- threshold function => Ταυτοτική συνάρτηση
Definitions and Meaning of threshed in English
threshed (imp. & p. p.)
of Thresh
FAQs About the word threshed
αλωνισμένος
of Thresh
αγχωμένος,σπασμωδικός,στριφογυρίζω,πεταγμένη,Στριμμένο,Τινάχτηκε,βιολί,σκαλισμένος,σπαρταρά,τρέμουλα
χαλαρός,ξεκούραστος,ηρέμησε (κάτω),ησυχασμένο,ξετυλιγμένο
thresh about => αλωνίζω, thresh => αλωνίζω, threpsology => διατροφολογία, threpe => έδαφος, threonine => Θρεονίνη,