Greek Meaning of fidgeted

αγχωμένος

Other Greek words related to αγχωμένος

Definitions and Meaning of fidgeted in English

Webster

fidgeted (imp. & p. p.)

of Fidget

FAQs About the word fidgeted

αγχωμένος

of Fidget

βιολί,σπασμωδικός,στριφογυρίζω,πεταγμένη,Τινάχτηκε,κούνησε,σκαλισμένος,σπαρταρά,τρέμουλα,τρέμω

χαλαρός,ξεκούραστος,ηρέμησε (κάτω),ησυχασμένο,ξετυλιγμένο

fidget => στριφογυρίζω, fidge => ανήσυχος, fides => Φίδης, fidelity => πίστη, fidel castro ruz => Φιντέλ Κάστρο Ρουζ,