Greek Meaning of paddling
κωπηλασία
Other Greek words related to κωπηλασία
- μπάσινγκ
- Μπαταρία
- ξύλο
- ζώνη
- αναπήδηση
- Νυχτερινό κέντρο
- Αποκαθήλωση
- μαστίγωμα
- σφυρηλάτηση
- βλάβη
- ανικανότητα
- τραυματισμός
- κορδόνια
- επίθεση
- χαλάζι
- χτύπημα
- φανταστικός
- ξυλοδαρμός
- χτυπώντας
- Φαλαινοθηρία
- μαστίγωμα
- ξυλοκοπάω
- ξυλοκόπημα
- πατώντας
- Βαρβαρότητα
- Πήγε
- Ωμότητα
- εκφοβισμός
- ζημιά
- ζημία
- Μανία
- θυμός
- πόνος
- επίθεση
- εστία
- Εξοργισμός
- παροξυσμός
- οργή
- Μάστιγα
- εξέγερση
- ταραχή
- ρήξη
- αγριότητα
- σοκ
- καταιγίδα
- Τρόμος
- απειλή
- χάος
- αναταραχή
- αναταραχή
- αναταραχή
- εκκωφαντικός
- ξυλοδαρμός
- ρόπαλο
- ραβδισμός
- κτύπημα
- ξυλοδαρμός
- κάλτσα
- εκφοβισμός
- μπουλντόζες
- αναπηρικός
- δύναμη
- άτιμο παιχνίδι
- κήρυγμα
- ακρωτηριασμός
- χάος
- ακρωτηριασμός
- βία
Nearest Words of paddling
Definitions and Meaning of paddling in English
paddling (p. pr. & vb. n.)
of Paddle
FAQs About the word paddling
κωπηλασία
of Paddle
μπάσινγκ,Μπαταρία,ξύλο,ζώνη,αναπήδηση,Νυχτερινό κέντρο,Αποκαθήλωση,μαστίγωμα,σφυρηλάτηση,βλάβη
μη βία,ειρηνισμός,ειρηνισμός
paddlewood => κουπί ξύλο, paddle-wheeler => Πλοίο με κουπιά, paddlewheel => Τροχός κουπιών, paddle-shaped => Σχήμα κουπιού, paddler => Κωπηλάτης,