Greek Meaning of maiming

ακρωτηριασμός

Other Greek words related to ακρωτηριασμός

Definitions and Meaning of maiming in English

Webster

maiming (p. pr. & vb. n.)

of Maim

FAQs About the word maiming

ακρωτηριασμός

of Maim

αναπηρικός,χάος,ακρωτηριασμός,Βαρβαρότητα,μπάσινγκ,ξύλο,Ωμότητα,Νυχτερινό κέντρο,ζημιά,ζημία

μη βία,ειρηνισμός,ειρηνισμός

maimedness => ακρωτηριασμός, maimedly => Αναπηρικός, maimed => ακρωτηριασμένος, mailsorter => ταχυδρομικός διαλογέας, mail-shell => Κέλυφος αλληλογραφίας,