FAQs About the word maimedness

ακρωτηριασμός

State of being maimed.

No synonyms found.

No antonyms found.

maimedly => Αναπηρικός, maimed => ακρωτηριασμένος, mailsorter => ταχυδρομικός διαλογέας, mail-shell => Κέλυφος αλληλογραφίας, mail-order buying => Αγορά μέσω ταχυδρομείου,