Greek Meaning of beckoning

καλώντας

Other Greek words related to καλώντας

Definitions and Meaning of beckoning in English

Webster

beckoning (p. pr. & vb. n.)

of Beckon

FAQs About the word beckoning

καλώντας

of Beckon

δελεαστικός,συναρπαστικός,στοιχειωμένος,ενδιαφέρον,συναρπαστικό,ελκυστικό ,ευχάριστος,δελεαστικός,δελεαστικός,νίκη

βαρετό,ενοχλητικός,απωθητικό,απωθητικό,αποκρουστικός,απωθητικός,αποκρουστικός,κουραστικό,κουραστικός,Κουραστικό

beckoned => έγνεψε, beckon => κάνω νόημα, beckman thermometer => Θερμόμετρο Beckmann, beckley => Μπέκλεϊ, becking => ράμφισμα,