Greek Meaning of wondered (about)

αναρωτιέμαι (για)

Other Greek words related to αναρωτιέμαι (για)

Definitions and Meaning of wondered (about) in English

wondered (about)

No definition found for this word.

FAQs About the word wondered (about)

αναρωτιέμαι (για)

διαφώνησε (με),σε έκπτωση,αμφισβητούμενο,αμφέβαλε,εξετάζω,αμφιλεγόμενος,αρνηθεί,απαρνήθηκε,απίστευτος,αποκήρυξε

υποθετικός,πίστευε,υποτιθέμενος,υποτιθέμενος,υποτιθέμενος,είπε,υποτίθεται,αποδεκτό,κατέληξε,πιστώνεται

wonder drugs => θαυματουργά φάρμακα, wonder drug => Θαυματουργό φάρμακο, wonder (about) => αναρωτιέμαι για, won (over) => κέρδισε (πάνω), won (back) => κέρδισε (πίσω),