FAQs About the word won (back)

κέρδισε (πίσω)

αγόρασε (πίσω),λυτρωμένος

κατατέθηκε,δεσμεύτηκε,δεσμευμένος,υποθηκευμένο,υποθηκευμένο,ενεχυριασμένο

won (against) => έχασε (απέναντι), women of letters => Γυναίκες των γραμμάτων, women of easy virtue => Γυναίκες ελαφρών ηθών, womanizing => γυναικάς, womanizers => γυναικάδες,