Greek Meaning of slurred (over)

(slurred (over)

Other Greek words related to (slurred (over)

Definitions and Meaning of slurred (over) in English

slurred (over)

No definition found for this word.

FAQs About the word slurred (over)

(slurred (over)

ξέχασα,παρέλειψε,βούρτσισε (στο πλάι ή μακριά),παρακάμφθηκε,έχασε,παραμελημένος,παραβλεπόμενος,περιφρονω,απέτυχε,παραλειπόμενο

Παρακολούθησε (σε),θεωρείται,έτεινε (προς),εκτιμημένος,πολύτιμος,Καλλιεργούμενος,ενθαρρυνόμενος ,άκουσε,θυμήθηκα,πολύτιμο

slurping => ρουφηξιμό, slurped => ρούφηξε, slur (over) => μιλάω ασαφώς, slumps (over) => καταρρέει, slumps => πτώσεις,