Greek Meaning of omitted
παραλειπόμενο
Other Greek words related to παραλειπόμενο
Nearest Words of omitted
Definitions and Meaning of omitted in English
omitted (imp. & p. p.)
of Omit
FAQs About the word omitted
παραλειπόμενο
of Omit
απέτυχε,ξέχασα,παραμελημένος,έχασα,υπερήμερος,παραβλεπόμενος,παρέλειψε,παραλειπόμενος,παραλείφθηκε,ολίσθηση
έκανε,κράτησε,Παρατηρήθηκε,εκτέλεσε,θυμήθηκα,διεξάγονται,εκφορτισμένος,Εκτελέστηκε,εκπληρωμένη,έδωσε προσοχή
omittance => παράλειψη, omit => παραλείπω, omissive => ελλειπτικό, omission => παράλειψη, omissible => παραλειπόμενος,