Greek Meaning of slurring (over)

ασαφής

Other Greek words related to ασαφής

Definitions and Meaning of slurring (over) in English

slurring (over)

No definition found for this word.

FAQs About the word slurring (over)

ασαφής

λήθη,αγνοώντας,διερχόμενος,σκούπισμα (παράμερα ή μακριά),παράκαμψη,αγνοώντας,χαμένος,παραμελώ,θέα,αποφλοιούμενο (από)

συμμετέχοντα (σε),σχετικά,τείνων (προς),εκτιμώντας,Καλλιεργώ,καλλιέργεια,δίνοντας σημασία,ακούω (κάτι),έχοντας υπόψη,Νοσηλευτική

slurred (over) => (slurred (over), slurping => ρουφηξιμό, slurped => ρούφηξε, slur (over) => μιλάω ασαφώς, slumps (over) => καταρρέει,