Greek Meaning of sanguinarily

αιματηρά

Other Greek words related to αιματηρά

Definitions and Meaning of sanguinarily in English

Webster

sanguinarily (adv.)

In a sanguinary manner.

FAQs About the word sanguinarily

αιματηρά

In a sanguinary manner.

βίαιος,φονικός,άγριος,επιθετικός,βάρβαρος,βάρβαρος,αιμοσταγής,αιματηρό,Αμφιλεγόμενος,σκληρός

καλοήθης,συμπονετικός,συμβιβαστικός,αποπλιστικός,φιλειρηνικός,ανθρώπινος,ευγενικός,Ειρηνικός,ειρηνικός,ειρηνικός

sanguinaria canadensis => Αιματόριζα η καναδική, sanguinaria => Σανγκουινάριος, sanguinaceous => αιματηρός, sanguigenous => αιμοποιητικός, sanguify => αιμορραγώ,