Greek Meaning of relit
άναψε πάλι
Other Greek words related to άναψε πάλι
Nearest Words of relit
- relived => ανακουφισμένος
- reloaded => Επαναφορτωμένο
- reloading => επαναφόρτωση
- relocate (to) => Μετεγκατάσταση (σε)
- relocated (to) => μετακόμισε (σε)
- relocatee => μετεγκατεστημένος
- relocates (to) => μετεγκαθίσταται (σε)
- relocating => µετακόμιση
- relocating (to) => μετακόμιση σε
- reluctances => δισταγμοί
Definitions and Meaning of relit in English
relit
to light (something) again
FAQs About the word relit
άναψε πάλι
to light (something) again
φωτεινός,φωτισμένος,άναψε και πάλι,αναζωπυρωμένη,Τσιγαρισμένο,καμμένο,ψημένο,τραπεζική,Ψημένο,απανθρακωμένος
σβησμένος,σβήνω,σβησμένο,πνιγμένος,αμυδρό,έβρεξε,βρεγμένο,πνιγμένος,σβησμένο (έξω),Σφραγισμένο (έξω)
relishes => λιχουδιές, reliquaries => λείψανα, relinquishes => εγκαταλείπει, religiose => θρησκευτικός, religions => Θρησκείες,