FAQs About the word relocate (to)

Μετεγκατάσταση (σε)

μετακίνηση (προς),άνθρωποι,αποικίζω,κατοικώ

αποψιλωτικός,απρόσωπος

reloading => επαναφόρτωση, reloaded => Επαναφορτωμένο, relived => ανακουφισμένος, relit => άναψε πάλι, relishes => λιχουδιές,