Greek Meaning of relocatee

μετεγκατεστημένος

Other Greek words related to μετεγκατεστημένος

Definitions and Meaning of relocatee in English

relocatee

one who moves to a new location

FAQs About the word relocatee

μετεγκατεστημένος

one who moves to a new location

μετανάστης,λιποτάκτης,απελαθείς,μετανάστης,Μετανάστης,Απομακρυσμένοι κάτοικοι,Εξορία,ομογενής,μετανάστης,μετανάστης

Πολίτης,κάτοικος,Γηγενής,Μη μετανάστης,κάτοικος,εθνικός,Αβοριγένης,κάτοικος

relocated (to) => μετακόμισε (σε), relocate (to) => Μετεγκατάσταση (σε), reloading => επαναφόρτωση, reloaded => Επαναφορτωμένο, relived => ανακουφισμένος,