Greek Meaning of reasserting
επαναβεβαίωσης
Other Greek words related to επαναβεβαίωσης
- επιβεβαιωτικός
- ισχυριζόμενος
- ισχυριζόμενος
- διεκδικώντας
- ανταγωνιζόμενος
- δηλώνοντας
- επιμονή
- συντηρώντας
- διακηρύσσοντας
- επαναβεβαιώνοντας
- ανακοινώνω
- υποστηρίζοντας
- ισχυριζόμενος
- ομολογώντας
- εκπομπή
- επιβεβαιώνοντας
- δικαιολογώντας
- ομολογώντας
- διαμαρτυρόμενος
- διατείνονται
- ορθολογικοποίηση
- συλλογισμός
- δικαιωματικός
- εγγυημένος
- εγγυητής
- υπερασπίζοντας
- επίμονος
- υποστηρίζων
- διατήρηση
Nearest Words of reasserting
Definitions and Meaning of reasserting in English
reasserting
to assert (something) again
FAQs About the word reasserting
επαναβεβαίωσης
to assert (something) again
επιβεβαιωτικός,ισχυριζόμενος,ισχυριζόμενος,διεκδικώντας,ανταγωνιζόμενος,δηλώνοντας,επιμονή,συντηρώντας,διακηρύσσοντας,επαναβεβαιώνοντας
Εγκατάλειψη,αποκηρύσσοντας,αποποιούμενος,άρνηση,ερώτηση,Απορριπτικός,αποποιούμενοι,απαιτητικός,αντιφατικός,αντιμετώπιση
reasserted => επαναβεβαιωμένος, reassembling => επανασυναρμολόγηση, reassembles => ξανασυναρμολογεί, reassembled => Επανασυναρμολογήθηκε, reasons => λόγοι,