Greek Meaning of paroling
υπό όρους αποφυλάκιση
Other Greek words related to υπό όρους αποφυλάκιση
- διάσωση (έξω)
- απελευθερωτικός
- απόδοση δικαιώματος ψήφου
- διευρύνων
- απελευθερωτικός
- απελευθερωτικός
- λύτρα
- διάσωση
- αποταμίευση
- απελευθέρωση
- παράδοση
- εκφόρτωση
- όχι αμήχανος
- απελευθερώνω
- αποσύνδεσης
- ξεμπέρδεμα
- απογοητευτικός
- αποτρεπτικό
- απελευθέρωση
- απελευθερωτικό
- χαλάρωση
- χαλαρός
- λυτρωτικός
- Απελευθέρωση
- αναπήδησης
- απόδεση
- Απελευθέρωση
- απελευθερωτικός
- απελευθέρωση
Nearest Words of paroling
Definitions and Meaning of paroling in English
paroling (p. pr. & vb. n.)
of Parole
FAQs About the word paroling
υπό όρους αποφυλάκιση
of Parole
διάσωση (έξω),απελευθερωτικός,απόδοση δικαιώματος ψήφου,διευρύνων,απελευθερωτικός,απελευθερωτικός,λύτρα,διάσωση,αποταμίευση,απελευθέρωση
υποχρεωτικός,περιοριστικός,δεσμευτικό,συγκρατημένος,διαπράττοντας,αλυσίδωση,χειροπέδες,φυλακίζοντας,φυλάκιση,εκπαιδευόμενος
parolee => Ο υπό όρους απολυθείς, paroled => υπό όρους απόλυση, parole => υπό όρους αποφυλάκιση, parol evidence rule => Κανόνας προφορικών αποδείξεων, parol => αναστολή,